Σάββατο 29 Ιουλίου 2017

Οράματα

Κι αυτό το βράδυ
με πηγαίνει εκεί,
στη θάλασσα
με το ασημένιο φεγγάρι
αντίκρυ.
Θα έρθεις με το αυτοκίνητο
προκλητικά
να προσπεράσεις για άλλη μια φορά
Σ’ αρέσει λες
να με κοιτάς στο φως του φεγγαριού
Το άσχημο είναι
πως δεν μπορείς να μου μιλήσεις
Ακόμη και τώρα που
σου απλώνω το χέρι
εσύ δε σταματάς
Καταραμένα όνειρα
πως προσπερνούν αργά τη νύχτα…

Κασιώτη Δέσποινα ©

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017

Υποκλίνομαι



            Ήταν μια μέρα που κοιμόσουν
      κι έκανε παγωνιά
Φοβήθηκα ν’ ανέβω στο κρεβάτι
      είπα 
          -άστον να ονειρευτεί-

       Στεκόμουν έτσι μέχρι το βράδυ
    δίχως να κάνω τίποτα.

           Από τι κρατιέμαι;
   Δεν ξέρω

         Παγώνουν τα δάχτυλα
 η καρδιά φλέγεται

                         Όνειρα γλυκά

            Γύρω απ’ το κρεβάτι σου
δεν τήρησα τις υποσχέσεις

                             Σκοτείνιασε…

      Δεν είμαι η μάχη που θα δώσεις σ’ αυτόν τον κόσμο
                      δεν αναζητάς κάτι που ξέρεις πως δεν υπάρχει
   η θλίψη θα είναι ατελείωτη.

Κασιώτη Δέσποινα ©

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Η αλήθεια μου


Αποτέλεσμα εικόνας για dreams dreaming


Τις περισσότερες μέρες το μυαλό μου ξεφεύγει. Ατίθασο. Δεν μπόρεσα να το βάλω σε τάξη όλα αυτά τα χρόνια. «Κάτσε φρόνιμα» του έλεγα εγώ, «Κάνω όνειρα» μου απαντούσε αυτό, και χανότανε. Έφευγε από τούτο τον κόσμο και ταξίδευε. Χωρίς προορισμό. Δεν μπαίνουν σε καλούπια τα όνειρα. Δεν γίνεται. Όχι τα όνειρα του δικού μου μυαλού.
Όταν προσγειωνόταν βέβαια, του έβαζα τις φωνές. Μαλώναμε για ώρες. «Πώς μπορείς;» το ρώταγα. «Να ξεφεύγεις, να ονειρεύεσαι. Να πετάς σε άλλους κόσμους. Να χορεύεις, να τραγουδάς, να μαγεύεσαι; Κι ύστερα… να γυρνάς εδώ;»
«Μπορώ γιατί θέλω» μου απαντούσε και χαμογελούσε ότι κι αν μου συνέβαινε.
«Αδύνατον να ξεφύγεις» επέμενα εγώ, και πατούσα πεισματικά το πόδι μου στο έδαφος.
«Θέλω» μου απαντούσε και μου γύρναγε την πλάτη.
Ατίθασο. Δεν μπόρεσα να το βάλω σε σειρά. Δεν μπόρεσα να το κάνω ίδιο με τους άλλους. Πάλεψα. Πολύ πάλεψα να μην ξεφύγω από αυτά που μου είπανε. Δεν τα κατάφερα. Το μυαλό μου δεν μ’ άκουσε ποτέ. Έκανε πάντα ότι του έλεγε η καρδιά μου. Κακός σύμβουλος. Του το είπα χίλιες φορές και χίλιες με αγνόησε.
Πείσμωνα εγώ, πείσμωνε κι αυτό. Δεν συνεννοηθήκαμε ποτέ οι δυο μας. Είχανε κάνει συμμαχία με την καρδιά κι εγώ ήμουν χαμένη πριν καν αρχίσω να του δίνω οδηγίες.
«Δεν τη φοβάσαι τόση μοναξιά;» το ρώτησα. «Αυτοί οι κόσμοι που πετάς και φεύγεις δεν είναι για πολλούς. Δεν βρίσκεις άνθρωπο να σε ακολουθήσει εύκολα. Τι θες; Να μείνεις μόνη; Έλα στα συγκαλά σου! Μη με παιδεύεις άλλο» παρακαλούσα κάθε μέρα.
«Θέλω! Μπορώ να ζήσω και στη μοναξιά αρκεί να μην συμβιβαστώ ποτέ» μου έλεγε και μου χαμογελούσε. «Εγώ είμαι εδώ, μη νοιάζεσαι, όλα θα παν καλά». Κι έφευγε. Πετούσε κι ονειρευόταν.
Κόσμους γεμάτους αγάπη, καλοσύνη, συντροφικότητα. Κόσμους χωρίς εγωισμό και ζήλεια. Κόσμους γεμάτους χάδια κι αγκαλιές. Κι όσο πιο πολύ πετούσε, τόσο πιο πολύ νόμιζε τα όνειρα γι’ αλήθεια. Μέχρι που μια μέρα σταμάτησε να ξεχωρίζει τα όνειρα απ’ την αλήθεια. Κι έγινε η ζωή μου όλη ένα όνειρο. Σταμάτησα να το μαλώνω, σταμάτησα να προσγειώνομαι και αφέθηκα μόνο να πετάω. Σε κόσμους άλλους. Εκεί που τα όνειρα είναι η αλήθεια.


Κασιώτη Δέσποινα ©